Δεν γνωρίζεις το νυχτερινό μου πρόσωπο Τα μάτια μου άλογα τρελά για απεραντοσύνη το στόμα μου στολισμένο με αίμα άγνωστο το δέρμα μου Στύλοι οδηγοί τα δάχτυλά μου μαργαριταρένια από τον πόθο θα οδηγούν τα βλεφαρά σου ίσα στ' αυτιά μου στις ωμοπλάτες μου προς την ολάνοιχτη εξοχή της σάρκας μου Τα σκαλοπάτια των πλευτών μου στενεύουνε στη σκέψη πως η φωνή σου θα μπορούσε να γεμίσει το λαρύγγι μου πως τα μάτια σου θα μπορούσαν να γελάσουν Δεν γνωρίζεις τη χλωμάδα των ώμων μου τη νύχτα όταν οι φλόγες των εφιαλτών αλλόφρονες απαιτούν σιωπή και συσφίγγονται οι μαθακοί της πραγματικότητας τοίχοι Δεν ξέρεις πως των ημερών μου οι μυρωδιές πεθαίνουνε πάνω στη γλώσσα μου όταν οι πονηροί έρχονται με αιωρούμενα μαχαίρια πως μένει ολομόναχος ο περήφανος έρωτάς μου όταν βουλιάζω μες στη λάσπη της νύχτας.
Στοχασμοί πάνω στην ευθύγραμμη πορεία της
ζωής. Τονίζεται ως διαφορά η έννοια του αποχαιρετισμού. Περιέχει
στοιχεία διάφορα της προς τα πρόσω πορείας. Το ανέμισμα του μαντηλιού.
Την κραυγή που σκεπάζει τον ουρανό με σύννεφα. Το βλέμμα που θολώνει με
βροχή το παράθυρο. Κινήσεις σε μιάν άλλη διάσταση, εκτός ευθείας.
Πλήρωση της παρούσης στιγμής με το χθες και αύριο .
Τη μουσική σου όταν παίζεις, μουσική μου,
πάνω στο ξύλο που γλυκά αναφωνεί
με την αφή σου, κι απαλά στην ακοή μου
της αρμονίας κυβερνάς την ηδονή,
φθονώ τα πλήκτρα που σκιρτώντας από ρίγοςφιλούν τις ρώγες των δαχτύλων σου, ενώτα δυο μου χείλη που τους πρέπει αυτός ο τρύγοςμε τέτοιο θράσος κοκκινίζουν στο κενό.Μ' αυτούς τους ξύλινους πιστούς ν' άλλαζαν θέση, που των χεριών σου τρέχουν πάνω τους χοροί, κι είναι οι άψυχοι αυτοί, που τους αρέσει,κι από τα χείλη μου που ζουν πιο τυχεροί.Δώσ' τους, λοιπόν. αφού 'ναι τόσο ερωτύλοι, τα δάχτυλά σου να φιλούν, κι εγώ τα χείλη.